Μικρές Τραγωδίες Κεφάλαιο Πρώτο
Όπως σας υποσχέθηκα, το πρώτο κεφάλαιο του επερχόμενου βιβλίου μου, "Μικρές Τραγωδίες του Γιώργου Σταύρου" ολόκληρο και μόνο για τα μάτια των μελών της σελίδας μου, ως ένδειξη της ευγνωμοσύνης μου προς εσάς αλλά και για να δώσω και μια μικρή γεύση σε εκείνους που γκρινιάζουν από ανυπομονησία.
Enjoy!
Γ.Σ
Μικρές Τραγωδίες
Όταν αρπάζει το φιτίλι
Νομίζω πως τα κορίτσια άρχισαν να μου αρέσουν από μικρή ηλικία.
Θέλω να πω… από πολλή πιο μικρή απ' ότι συνήθως μάλλον.
Με θυμάμαι να προσπαθώ να σκαρφιστώ τρόπους που θα τις κάνει να εντυπωσιαστούν μαζί μου και να εξηγώ το σχέδιό μου σε συνομήλικούς μου και εκείνοι να επιμένουν να αφήνουν την προσοχή τους να μονοπωλείται από κάτι γυαλιστερό που μόλις είδαν ή να με αγνοούν όσο σκαλίζουν τις μύτες τους.
Θυμάμαι επίσης ότι παρά την πρώιμη κατανόησή μου για την έλξη μου προς το αντίθετο φύλο, τα πράγματα δεν ήταν απόλυτα αμοιβαία. Ενώ, λοιπόν εγώ είχα τον σκοπό, τα κορίτσια δεν έδειχναν να ενδιαφέρονται για εμένα. Αντιθέτως χάζευαν τα άλλα αγόρια που τις περισσότερες φορές ήταν λίγο πιο εντυπωσιακοί οπτικά ή λίγο πιο ψηλοί και γυμνασμένοι.
Έτσι, σε μια παιδική χαρά σε ένα προαύλιο ενός σχολείου έβλεπα τα όμορφα κορίτσια να κοιτάνε τα όμορφα αγόρια και εκείνα να κοιτάνε τον ουρανό και να προσπαθούν να μαντέψουν με τι έμοιαζαν τα σύννεφα στο ουρανό πάνω από τα κεφάλια μας, αδιαφορώντας για τη θέση τους σε όλο αυτό το παιχνίδι που έστηνε η φύση μπροστά στα μάτια μου.
Νομίζω ότι και τώρα το βλέπω αυτό να συμβαίνει που και που…
Εφόσον κατέληξα ότι δεν πρόκειται να εντυπωσιάσω καμία κοπέλα από απόσταση, αποφάσισα να αποδεχτώ τα κουκιά που μου μοίρασε η λοταρία των χρωμοσωμάτων και να προσπαθήσω να βρω άλλους τρόπους να με φέρουν δίπλα σε ένα όμορφο κορίτσι.
Αποφάσισα να γίνω πιο ενδιαφέρον.
Απέκτησα χόμπιζ, ξεκίνησα να διαβάζω βιβλία από πολύ μικρή ηλικία και προσπάθησα να ενημερώνομαι για πολλά πράγματα. Σκέφτηκα ότι… σε μια παρέα, ένα βράδυ, όσο η κοπέλα που μπορεί να με ενδιαφέρει είναι χαμένη στα μάτια του εκάστοτε όμορφου νεαρού και έχουν περάσει πέντε λεπτά αμήχανης σιγής επειδή κανείς δεν είχε κάτι ενδιαφέρον να πει, αν είχα μελετήσει όσο θα έπρεπε θα εκμεταλλευόμουν την κατάσταση και θα χτυπούσα την κατάλληλη στιγμή.
Και η προσοχή της θα στρεφόταν πάνω μου.
Και θα αναγνώριζε ότι η ομορφιά δεν είναι το παν.
Σκέφτηκα ότι αν την έκανα να γελάσει, όσο γελούσε τα μάτια της θα ήταν κλειστά και δεν θα χρειάζεται να με κοιτά, αλλά θα περνούσε όμορφα μαζί μου.
Και θα βαριόταν εκείνον που χάζευε τόση ώρα και θα ερχόταν μαζί μου και θα πιανόμασταν χέρι χέρι και θα μοιραζόμασταν ένα παγωτό. Ξέρεις… Εκείνο που το βάζουν στο μεγάλο ποτήρι και σου δίνουν δύο κουταλάκια για να το φας…
Νομίζω ότι για να δημιουργηθούν όλες αυτές οι ανησυχίες μέσα σε κάποιον (ανεξαρτήτου ηλικίας) πρέπει να έρθει μία στιγμή… Οι παλιότεροι το λέγαν σκίρτημα… Κάποτε κάτι μεθυσμένοι σε ένα ρεμπετάδικο μου το είπαν τραπάκουλο (αυτή είναι μια ιστορία για κάποια άλλη φορά) και προφανώς όλοι το έχουμε ακούσει (αν όχι νιώσει) με τον όρο που εδραιώθηκε στην ποπ κουλτούρα: κεραυνοβόλο έρωτα.
Ο κεραυνοβόλος έρωτας, που είναι και ο τύπος έρωτα με τα μικρότερα ποσοστά επιτυχίας, συνήθως βασίζεται σε μια στιγμή, ένα βλέμμα ή ένα σύνολο γεγονότων που συμβάλλουν στο να αντιληφθεί κάποιος το συναίσθημα αυτό το οποίο αφού μας προσπεράσει συνειδητοποιούμε ότι έχουν αλλάξει τα πάντα για εμάς.
Όλοι μας έχουμε μία τέτοια ιστορία να πούμε.
Αυτή είναι η δική μου.
Έχω μερικές εβδομάδες που πέρασα τα οχτώ μου χρόνια. Το θυμάμαι καλά γιατί σε αυτό το προάστιο του Καναδά στο οποία γεννήθηκα και μεγάλωσα δεν πρέπει να πέρασα γενέθλια που να μην ήταν όλα τα σπίτια θαμμένο κάτω από το χιόνι. Μία ανάμνηση που έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μου καθώς κάθε πρωί που η αδερφή μου κι εγώ ξυπνούσαμε, πεταγόμασταν από το κρεβάτι και τρέχαμε στη κουζίνα όπου η μητέρα μας ετοίμαζε το πρωινό μας υπό τις μελωδίες του ραδιοφώνου που είχε στην κουζίνα της.
Όσο καλές κι αν ήταν οι τηγανίτες της μαμάς όμως εμείς δεν ήμασταν εκεί γι' αυτές. Το βλέμμα μας ήταν στραμμένο στο ραδιοφωνάκι καθώς από στιγμή σε στιγμή θα ανακοίνωνε ποια σχολεία θα λειτουργούσαν και ποια θα μέναν κλειστά λόγω της χιονόπτωσης, γεγονός που θα σήμαινε ότι η μέρα θα μεταμορφωνόταν σε εθνική εορτή για εμάς αλλά παράλληλα σε μία κόλαση για τη μητέρα μας και οποιονδήποτε άλλο εργαζόμενο γονιό της περιοχής.
Τα μάτια μας χαμένα στο σχέδιο από τις τρυπούλες από το ηχείο του μικρού ραδιοφώνου αναμένουν την ανακοίνωση σαν να εξαρτώνται οι ζωές μας από αυτό.
Η μουσική σταματάει… Και ξεκινά να μιλά ο τύπος με τη βαριά φωνή. Μερικές φορές όταν θέλεις να ακούσεις κάτι τόσο πολύ και τελικά το ακούς νομίζεις ότι κατάλαβες λάθος. Ότι το μυαλό σου το επαναλαμβάνει τόσο δυνατά από μέσα σου με τη φωνή του παρουσιαστή που νομίζεις ότι το άκουσες.
Γι' αυτό το λόγο δεν μπόρεσα να βασιστώ εντελώς στα αυτιά μου. Στράφηκα στην όραση. Όταν είδα τη λάμψη να σβήνει από τα μάτια της μητέρας μου και το κοροϊδευτικό χαμόγελό της να μεταμορφώνεται σε απελπισία κατάλαβα ότι ήταν αλήθεια.
Τα σχολεία ήταν κλειστά!
Η αδερφή μου κι εγώ κάναμε τον γύρο του θριάμβου έχοντας τα έπιπλα του καθιστικού στη μέση όσο η μητέρα μου έψαχνε κάποιον για να συνεννοηθεί για τη φύλαξή μας. Πράγμα που αποδείχτηκε πιο δύσκολο απ' όσο ίσως να περίμενε γιατί ακόμα και οι πιο πρόθυμοι να τα βάλουν με δυο τερατάκια έπρεπε να λογαριάσουν και το γεγονός ότι θα πρέπει να περάσουν μέσα από το χιόνι.
Τελικά η λύση βρέθηκε και πρέπει να ήταν μία από τις έσχατες γιατί κατάλαβα από τον προορισμό μου ότι η μητέρα μου αυτοσχεδίασε για να καταφέρει να βρει μια λύση. Έπεισε τη μητέρα μιας συμμαθήτριάς μου να με κρατήσει, πράγμα που δεν είχε συμβεί ποτέ ως τώρα. Πάντα ήταν κάποια θεία ή κάποια οικογενειακή φίλη (δηλαδή "θεία") ίσως στη χειρότερη να αγγάρευε κάποια ξαδέρφη που κόντευε να ενηλικιωθεί.
Αλλά ποτέ μια "ξένη."
"Μα, μαμααααααααααα! Δεν μπορούσες τουλάχιστον να διαλέξεις τη μαμά από ένα αγόρι που πηγαίνουμε μαζί σχολείο? Να έπαιρνα τα πατίνια μου να παίζαμε και λίγο χόκεϊ!"
Τη μητέρα μου δεν την ένοιαζαν οι προτιμήσεις μας. Δεν είχε τον χρόνο να το κάνει άλλωστε. Ξεφόρτωσε την αδερφή μου στο σπίτι της πρεσβυτέρας, της γυναίκας του παπά της ενορίας μας ή οποία είχε μετατρέψει το καθιστικό της σε νηπιαγωγείο και με άφησε στο σπίτι της Shannon Parker που ήταν και στο δρόμο για τη δουλειά της.
Η Shannon για εμένα ήταν ένα κορίτσι όπως όλα τα άλλα… Στη νεαρή ηλικία των οχτώ και αν δεν έχεις πάθει "τραπάκουλο" άλλωστε, όλα τα κορίτσια φαντάζουν για αγόρια με μακριά μαλλιά και λίγο πιο τσιριχτή φωνή. Εκείνες μας έβλεπαν αλλιώς, όμως. Θυμάμαι τα μάτια τους λιγότερο ορθάνοιχτα από τα δικά μου και εκείνα των υπόλοιπων αγοριών. Τις θυμάμαι να μας κοιτάνε και να ψιθυρίζουν η μία στην άλλη όσο εμείς παίζαμε κυνηγητό μεταξύ μας αναψοκοκκινισμένοι και αγνοώντας τες πλήρως.
Ίσως να το αγνοούσα επειδή τα βλέμματα δεν έπεφταν τόσο συχνά πάνω μου (αν το έκαναν ποτέ) όσο στα υπόλοιπα αγόρια. Όχι ότι με ένοιαζε αλλά οι πιο ψηλοί και γεροδεμένοι πάντα είχαν τα κορίτσια γύρω τους για κάποιο λόγο. Αγόρια όπως ο Mike που δεν διάβαζαν καθόλου και είχαν πολύ κακούς βαθμούς. Ακόμα και στη δευτέρα δημοτικού μπορούσες να καταλάβεις ότι ο Mike δεν θα έκανε τίποτα σπουδαίο στη ζωή του… Αλλά όπως είπα και πιο πάνω: εμένα δεν με ένοιαζε.
Αν η Shannon Parker είχε κάτι που την έκανε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα κορίτσια ήταν κόκκινα μαλλιά. Κατά τα άλλα μου ήταν παντελώς αδιάφορη. Θα μπορούσε να πω ότι ίσως και να μου έμοιαζε και λίγο αστεία μιας και της έλειπαν τα δύο μπροστινά της δόντια.
Η κυρία Parker άνοιξε την πόρτα και με υποδέχτηκε με ένα πιάτο με μπισκότα και ένα ποτήρι γάλα για να με καλοπιάσει. Έβλεπε ότι ήμουν κατσούφης και η μητέρα μου της είπε ότι είμαι έτσι επειδή τα σχέδια που είχα να παίξω χόκεϊ με τους φίλους μου έγιναν καπνός.
Η μητέρα μου έφυγε και μου είπε ότι θα γυρίσει να με πάρει στις τρεις ακριβώς! Και έτσι βρέθηκα στο καθιστικό της οικογένειας Parker να σκάβω μέσα στο καλάθι με τα παιχνίδια ανάμεσα σε κούκλες για να βρω ένα παιχνίδι που θα έκανε την ημέρα μου μακριά από τις αίθουσες του σχολείου αξιομνημόνευτο.
Καταλήξαμε να παίζουμε με τις κούκλες της όπου για καλή μου τύχη μία από αυτές ήταν αγοράκι και έτσι πήγαμε στο εμπορικό κέντρο, στο Παρίσι, στη παραλία και κάναμε ένα πάρτι τσαγιού (με τις κούκλες, φυσικά!)
"Τώρα μπορείς να διαλέξεις εσύ που θα πάμε!"
"Τι? Αλήθεια?"
"Ναι! Μερικές φορές μας αρέσει να κάνουμε αυτά που θέλετε εσείς!"
"Θα ήθελα να πάμε σε έναν αγώνα του πρωταθλήματος χόκεϊ!"
"Φύγαμε!"
Ομολογώ ότι η ημέρα άρχισε να κυλά λίγο καλύτερα. Δεδομένου ότι η ομάδα μου που προσποιηθήκαμε ότι παρακολουθήσαμε κέρδισε με το λογικό σκόρ 100-2 και η Shannon με άφηνε να πανηγυρίζω κάθε γκολ αγκαλιά με την κούκλα της φυσικά.
Νομίζω ότι τη στιγμή εκείνη… Όταν απλά ήμουν ο εαυτός μου αλλά συγχρόνως γινόμουν ρεζίλι μπροστά στα μάτια της και την έκανα να γελά ασταμάτητα… Ένιωσα όμορφα. Και δεν ήθελα να σταματήσω με τίποτα (εξού και το σκορ)
Όταν τέλειωσε ο αγώνας, οι κούκλες μας σηκώθηκαν και πανηγύρισαν τη νίκη και όπως όλοι όσοι πανηγυρίζουν στην τηλεόραση ήρθαν κοντά και αγκαλιάστηκαν.
Τη στιγμή εκείνη οι αισθήσεις μου άρχισαν να λειτουργούν διαφορετικά.
Ήταν σαν να έκανε upgrade όλο το σύστημα.
Η όσφρησή μου. Ήρθαμε τόσο κοντά που συνειδητοποίησα ότι μυρίζει τέλεια. Σαν λουλούδια… Ή έστω όπως εκείνο το σπρέι που ρίχνει η μαμά μου στο σπίτι όταν περιμένουμε καλεσμένους που μυρίζει σαν λουλούδια.
Η όρασή μου. Έβλεπα τα πάντα διαφορετικά. Σαν να έβλεπα τα πάντα πιο καθαρά. Τα χρώματα ήταν πιο ζωντανά. Λες και μέχρι τώρα οι κεραίες δεν έπιαναν καλά το σήμα.
"Τι είναι? Τι έπαθες?"
Με κοιτούσε χαμογελαστή.
Και συνειδητοποίησα πόσο όμορφη είναι.
Εκείνη, που πριν από λίγο έμοιαζε με ένα μικρό βρωμερό κοριτσάκι χωρίς δόντια τώρα έμοιαζε με μια νεράιδα βγαλμένη μέσα από τα παραμύθια που μου διάβαζε η μητέρα μου.
Μα, πως? Τι άλλαξε? Και γιατί εκείνη δεν είχε την ίδια απορία με μένα?
Μονάχα χόρευε με την κούκλα στα δυο της χέρια όσο η φούστα μπαλαρίνας ανέμιζε γύρω της και μου χαμογελούσε. Το χαμόγελό της ήταν τόσο μεγάλο που συνέχεια αποκάλυπτε το κενό στα δόντια της. Νομίζω ότι στο κενό εκείνο είναι που χάθηκε όλη η παιδική μου αθωότητα.
Ήξερε τι έκανε!
Και το διασκέδαζε!
Ένα ήταν σίγουρο: Τα μάτια μου δεν ήταν τόσο ορθάνοιχτα πια.
"Τι έγινε? Τι κάνετε εσείς οι δύο εδώ?"
Η κυρία Parker τρυπώνει το κεφάλι της μέσα από την κουζίνα.
"Τίποτα! Τίποτα απολύτως!"
Μόνο ανακαλύπτουμε την ουσία της ζωής, κυρία Parker…
"Πήγαμε σε έναν αγώνα χόκεϊ, μαμά! Και κερδίσαμε!"
Η κυρία Parker εντοπίζει για ακόμη μία φορά τη δυσαρέσκειά μου και μας λέει να φορέσουμε τα ρούχα μας για να μας πάει στο παγοδρόμιο της πόλης να κάνουμε πατινάζ. Παρά τις προσπάθειές μου να την μεταπείσω καθώς εμένα κάθε άλλο παρά με απασχολούσαν τα αθλήματα πάνω στον πάγο πια… Ακόμη προσπαθούσα να χωνέψω τη νέα πραγματικότητα που μόλις ανακάλυψα.
Εκείνη όμως δεν άκουγε τίποτα. Μας φόρτωσε στο station wagon της και λίγη ώρα μετά φορούσαμε βρωμερά παγοπέδιλα που νοικιάζεις με την ώρα και ετοιμαζόμασταν να βγούμε στον πάγο.
Έχεις σκεφτεί πόση αντίθεση κάνουν τα κόκκινα μαλλιά στον λευκό πάγο? Ούτε εγώ ως τώρα.
Κρατιόμαστε αγκαλιά και πέφτουμε με κάθε δύο βήματα ο ένας πάνω στον άλλον.
Ποτέ μέχρι τώρα δεν περνούσα τόσο καλά τρώγοντας τα μούτρα μου.
Όσο βρισκόμαστε στο έδαφος σηκώνομαι γρήγορα και την βοηθάω και εκείνη να σηκωθεί δίνοντάς της το χέρι μου. Όταν σηκώνεται και στέκεται δίπλα μου πριν προσπαθήσουμε ξανά βγάζει το γάντι της και ανοίγει το φερμουάρ από το μπλε ηλεκτρίκ μπουφάν της και βγάζει ένα μικρό χαρτάκι.
"Τι είναι αυτό?"
"Είναι ένα μυστικό σημείωμα. Για σένα! Αλλά δεν γίνεται να το διαβάσεις εδώ! Μπορεί να σε δει η μαμά μου!"
Το (οχτάχρονο) μυαλό μου κάνει κύκλους.
Λες και ότι μου είχε συμβεί ως τώρα δεν ήταν αρκετό, τώρα μπήκαν και μυστικά σημειώματα στη μέση! Μηνύματα που απαγορεύονταν να δούνε άλλα μάτια εκτός από τα δικά μου! Θα μπορούσα με κάθε επιφύλαξη να πω ότι ζούσα τη ζωή στη κόψη του ξυραφιού.
Ήταν σαν να είμαι σούπερ ήρωας! Παγκοσμίου φήμης κατάσκοπος!
Είχα κάτι πολύτιμο στην τσέπη μου έπρεπε πάση θυσία να το δω, χωρίς να γίνω αντιληπτός από κανέναν άλλον και ειδικά την κυρία Parker!
Η ευρηματικότητά μου χτύπησε κόκκινο! Το μοναδικό μέρος στο οποίο μπορούσα να μείνω μόνος και μακριά από άλλα κορίτσια ήταν οι τουαλέτες των αντρών. Όλοι ξέρουν ότι κανένα κορίτσι δεν επιτρέπεται να μπει στις τουαλέτες των αντρών. Και για καλή μου τύχη η κυρία Parker είναι ένα μεγάλο κορίτσι.
Αν και δεν έχω χρησιμοποιήσει ως τώρα δημόσιες τουαλέτες στη ζωή μου (είμαι καλός στο να κρατιέμαι) και έκανα υπομονή μέχρι να είναι κάτι επείγον… Νομίζω ότι η τρέχουσα κατάσταση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως επείγουσα.
Βγαίνω από την πίστα και ζητάω από την κυρία Parker να πάω στην τουαλέτα κρατώντας το χέρι μου πάνω από την τσέπη μέσα στην οποία έκρυβα το μυστικό σημείωμα.
Περπατάω δύσκολα καθώς στα πόδια μου φοράω ακόμη τα παγοπέδιλα και καταφθάνω επιτέλους στο ιερό άσυλο που προσφέρουν οι αντρικές τουαλέτες από τις επίμονες ματιές των κοριτσιών. Περιμένω με υπομονή να αδειάσει μία από τις τουαλέτες και με την πρώτη ευκαιρία πηδάω μέσα κλείνοντας την πόρτα πίσω μου πριν με προλάβει κάποιος άλλος.
Η ένταση με κυριεύει.
Τι είδους μυστικό μπορεί να είναι γραμμένο στο σημείωμα? Κινδυνεύει κάποιος? Και τι περιμένουν να κάνει ένα οχτάχρονο γι' αυτό? Εγώ με το ζόρι θυμάμαι τον τρόπο που δένουν τα παπούτσια μου. Δεν είναι ότι δεν έχω μάθει… Απλά έχω ένα πρόβλημα με τους κόμπους, εντάξει?
Ίσως γι' αυτό να με πιάνει και μια ναυτία. Νιώθω σαν να έχει γεμίσει το στομάχι μου με δαύτους… Κι αυτή η μυρωδιά, δε βοηθάει. Το άγχος μου δημιουργεί την ανάγκη να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα για τον λόγο που φτιάχτηκε. Ανοίγω το παντελόνι μου και ανακουφίζομαι. Οι ανυπόμονοι σκλάβοι της ακράτειας βαράνε τις πόρτες από τις τουαλέτες επιμένοντας να κάνουμε όσο το δυνατό πιο γρήγορα για να πάρουν σειρά.
Δεν τραβάω καν το καζανάκι και βάζω το χέρι μου μέσα στη τσέπη και βγάζω το χαρτάκι. Είναι διπλωμένο αρκετές φορές. Η πόρτα της τουαλέτας συνεχίζει να κοπανιέται αδιάκοπα από τους διαμαρτυρόμενους. Τα χέρια μου ξετυλίγουν ένα ένα το κάθε δίπλωμα και λίγο πριν το ανοίξω εντελώς κάποιος χτυπάει τόσο δυνατά την πόρτα που χάνω τη μερική ισορροπία που διατηρούσα με τα παγοπέδιλά μου.
Το χαρτάκι φεύγει από το χέρια μου και ξαφνικά όλη μου η ζωή παίζει σε αργή κίνηση μπροστά στα μάτια μου.
Επιπλέει σαν ένα φτερό στον άνεμο και εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα περισσότερο εκτός απ' το να κοιτάζω άναυδος. Σηκώνω τα χέρια μου προσπαθώντας να το αρπάξω μέσα από τον αέρα αλλά δεν προλαβαίνω. Αλλά εγώ συνεχίζω να ανεμίζω τα χέρια μου όσο εκείνο πέφτει…
Και πέφτει…
Και πέφτει…
Και πέφτει μέσα στη λεκάνη.
Όπου συνεχίζω να προσπαθώ ανέλπιστα να το πιάσω αλλά όχι μόνο χάνεται στον πάτο του εσωτερικού της λεκάνης αλλά από της υπερπροσπάθεια να το πιάσω χάνω κι εγώ την ισορροπία μου σε τέτοιο βαθμό που πέφτω…
Αλλά πάλι καλά έβαλα το χέρι μου μπροστά και έτσι γλίτωσα τα μούτρα μου από το βρωμερό πάτωμα. Με μόνη διαφορά ότι το χέρι μου βρισκόταν και εκείνο στο πάτωμα της λεκάνης βουτηγμένο μέσα σε… σε…
Ούτε να το πω δεν μπορώ.
Βουτηγμένο σε κίτρινο.
Το μόνο καλό με όλη αυτή την ιστορία είναι ότι το χέρι μου τώρα βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρίσκεται και το σημείωμα της Shannon. Το τραβάω από το πάτωμα της λεκάνης και το βγάζω από μέσα. Το ανοίγω αλλά τίποτα!
Οτιδήποτε είχε γραφτεί επάνω του είχε σβηστεί!
Βγαίνω από την τουαλέτα νικημένος και πλένω το χέρι μου αποφασίζοντας ότι δεν θα σταματήσω να τρίβω μέχρι να δω το κόκκαλο. Η κυρία Parker είχε άλλα σχέδια όμως. Ήρθε στην πόρτα και με πρόσταξε να βγω έξω γιατί είχε περάσει η ώρα και έπρεπε να φύγουμε.
Η επιστροφή στο σπίτι των Parker συνοδευόταν από νεκρική σιγή.
Εγώ κοίταζα έξω από το παράθυρο και χάζευα το χιονισμένο τοπίο μη μπορώντας να χωνέψω τα γεγονότα της ημέρας. Σκεφτόμουν πως… Ίσως να ήταν καλύτερα αν τα σχολεία ήταν ανοιχτά τελικά. Ίσως μερικές φορές αυτά τα οποία ονειρευόμαστε να μην είναι αυτά που πραγματικά θέλουμε.
Δεν ξέρω.
Είμαι μόνο οχτώ.
Λίγα λεπτά πριν φτάσουμε η Shannon γυρίζει προς το μέρος μου και με κοιτάει κατάματα.
Λέει κάτι κουνώντας τα χείλη της αλλά χωρίς να βγάζει τον παραμικρό ήχο.
Δεν την καταλαβαίνω.
Το μυαλό μου κοντεύει να εκραγεί.
Δεν έχω ζήσει ούτε μια δεκαετία ακόμη και έχω μπουχτίσει.
Φτάνουμε στο σπίτι και η κυρία Parker μας λέει να πάμε να παίξουμε αλλά να είμαστε σε ετοιμότητα γιατί όπου να 'ναι θα έρθει η μητέρα μου να με πάρει. Η Shannon μου λέει να πάμε στο δωμάτιό της να παίξουμε. Εγώ μη μπορώντας να αποβάλλω την τραυματική εμπειρία που έζησα στις τουαλέτες την ακολουθώ αδιάφορος.
Καθώς οδηγούμαστε προς το δωμάτιό της η κυρία Parker φωνάζει να μείνει ανοιχτή η πόρτα του δωματίου, πράγμα που τη στιγμή εκείνη πέρασε απαρατήρητο. Η Shannon κι εγώ καθόμαστε στο πάτωμα του δωματίου της και μου επιδεικνύει τα υπόλοιπα παιχνίδια της. Εγώ δεν δίνω σημασία. Οι κόρες των ματιών μου είναι διεσταλμένες σαν να ήμουν μάρτυρας μιας γενοκτονίας.
"Έεεεει! Τι έπαθες?"
"Τίποτα."
Έχω διαλέξει ένα σημείο στον τοίχο και το κοιτάω επίμονα ελπίζοντας ότι ίσως όλα αυτά να είναι απλά ένα κακό όνειρο.
"Δεν σου άρεσε αυτό που έγραφε το σημείωμά μου?"
Στον κόσμο της αυτή.
"Δεν είδα τι έγραφε το σημείωμά σου, Shannon."
"Αλήθεια? Γιατί?"
"Τι γιατί, Shannon? Τι γιατί?"
"Νόμιζα ότι αυτό πήγες στις τουαλέτες των αντρών να κάνεις…"
"Τουαλέτες των αντρών… Δεν έχεις την παραμικρή ιδέα τι συμβαίνει εκεί μέσα, έτσι? Νομίζεις ότι οι ανδρικές τουαλέτες έχουν σχέση με τις γυναικείες? Κάνεις λάθος, όμως! Είναι πολεμική ζώνη εκεί μέσα, Shannon! Είμαι τυχερός που κατάφερα να βγω ζωντανός από εκεί μέσα."
"Μα, είναι απλά τουαλέτες. Όλοι έχουμε στα σπίτια μας."
"Ακριβώς! Νομίζεις ότι επειδή έχεις στο σπίτι σου είναι το ίδιο με εκείνες? Μάθε ότι όταν κάποιος πάει εκεί μέσα… Αυτό το μέρος… Σε αλλάζει, Shannon! Σε αλλάζει για πάντα!"
Νομίζω ότι κάπως έτσι πήγε η συζήτησή μας… Ίσως και να υπερβάλω.
Οι φωνές της κυρίας Parker με επαναφέρουν στη πραγματικότητα.
Φωνάζει να κατέβουμε κάτω γιατί έφτασε η μητέρα μου.
Σηκωνόμαστε από το πάτωμα και καθώς ακολουθώ τη Shannon έξω από το δωμάτιο εκείνη γυρίζει και με σταματά. Με σπρώχνει να καθίσω στο κρεβάτι.
"Τι κάνεις?"
"Περίμενε λίγο… Θέλω να σου δείξω κάτι."
Η Shannon ανοίγει ένα συρτάρι από το κομοδίνο που υπάρχει δίπλα από την πόρτα του δωματίου της και βγάζει ένα κλειδί από μέσα και μου το δείχνει χαμογελώντας.
"Έτοιμος?"
Η φωνή της μητέρας μου!
"Ναι, μαμά!"
Σηκώνομαι άμεσα να φύγω αλλά η Shannon κλείνει την πόρτα του δωματίου της και βάζει το κλειδί στην κλειδαρότρυπα και το γυρίζει. Ο ήχος της κλειδαριάς που ασφαλίζει ακούστηκε τόσο δυνατά… Όπως κάθε άλλο παράνομο πράγμα που κάνει κάποιος.
Η Shannon χαμογελά και έρχεται και κάθεται δίπλα μου στο κρεβάτι της. Έχω αγχωθεί. Σκέφτομαι ότι έχω περάσει αρκετά σήμερα για να ριψοκινδυνεύω να τιμωρηθώ επειδή έχω κλειδωθεί στο δωμάτιο ενός κοριτσιού μαζί της.
"Πρέπει να φύγω!"
"Ναι, το ξέρω! Μου το είπες τόσες φορές! Περίμενε λίγο!"
Μπορώ να διακρίνω ακόμα τη φωνή της μητέρας μου που έχει πιάσει συζήτηση με την κυρία Parker μέσα από την κλειστή πόρτα.
"Το σημείωμα που σου έδωσα… Ξέρεις τι έγραφε?"
"Αφού σου είπα ότι δεν μπόρεσα να το δω!"
Η ανυπομονησία μου έχει τερματίσει. Ακούω τη μητέρα μου να φωνάζει το όνομά μου. Λέω στη Shannon ότι πρέπει να φύγω.
Εκείνη βάζει τα χέρια της στους ώμους μου και με σταματάει.
"Έγραφε αν ξέρεις να φιλάς."
Και ξαφνικά όλη μου η θέληση να φύγω εξαφανίστηκε.
Μου χαμογέλασε. Ξανά αυτό το κενό στα δόντια της.
"Εννοείται!"
Έλεγα ψέματα.
Ήμουν ένας ψεύτης.
Ένας οχτάχρονος ψεύτης του οποίου το ένα χέρι μύριζε ούρα.
Αλλά τίποτα από αυτά δεν είχε σημασία πλέον.
Επειδή τη μέρα εκείνη μου δόθηκε η ευκαιρία να φιλήσω τη Shannon Parker.
Και την άρπαξα.
Και το έκανα.
Και ήταν τέλειο.
Και το φιλί εκείνο θα ήταν μονάχα η αρχή από πολλά φιλιά που θα ακολουθούσαν. Όχι με την ίδια. Όχι. Η Shannon μεγάλωσε και παντρεύτηκε τον Mike και έχουν τέσσερα παιδιά μαζί και μοιάζουν με μικροαστοί χωριάτες.
Αλλά τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία.
Γιατί η αρχή είχε γίνει.
Και το μόνο που έμενε ήταν να ζήσω.
Να πάρω κάθε ευκαιρία που θα μου δοθεί και την αρπάξω χωρίς να λογαριάζω όσα θα χρειαστεί να περάσω για να το κάνω. Ακόμη κι αν χρειαστεί να βάλω το χέρι μου μέσα σε μια λεκάνη για ένα φιλί το μόνο σίγουρο είναι ότι θα αξίζεις. Δεν χρειάστηκε να το ξανακάνω και ούτε συνέβη κατά λάθος… Μπορώ να πω με σιγουριά ότι εκείνη η φορά ήταν η μόνη που το έκανα και ήταν επίσης η ιστορία για το πρώτο μου φιλί.